Η προθεσμία υποβολής των έργων για το πολλαπλό βιβλίο έληξε. Όλα δείχνουν πως βρισκόμαστε προ των πυλών μιας σημαντικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Σύμφωνα με τον μέχρι τώρα σχεδιασμό, τα πολλαπλά βιβλία θα αναρτηθούν τον Οκτώβριο του 2025 και η εφαρμογή τους θα ξεκινήσει από το σχολικό έτος 2026-2027.
Είμαστε έτοιμοι; Θα υπάρξουν προβλήματα;
Πρόκειται για τη συνήθη αμηχανία που συνοδεύει κάθε αλλαγή; Για τον φόβο του αγνώστου ή μήπως για την ισχυρή συνήθεια που έχει δημιουργηθεί από τα εδραιωμένα σχολικά εγχειρίδια των τελευταίων 30 ετών;
Διακεκριμένοι εκπαιδευτικοί εκφράζουν τις απόψεις τους για το πολλαπλό βιβλίο. Όταν μιλούν άνθρωποι με πολυετή παρουσία στην εκπαίδευση, οφείλουμε να τους ακούμε: διαθέτουν τη γνώση και την εμπειρία να βλέπουν τα ζητήματα με διαύγεια, μακριά από τις πολιτικές σκοπιμότητες που συχνά επηρεάζουν τους εκάστοτε συμβούλους του Υπουργείου.
1) Μπάμπης Στεργίου: Συγγραφέας με περισσότερους από 78 τίτλους μαθηματικών, ενεργό και σεβαστό μέλος της μαθηματικής κοινότητας, τ. Καθηγητής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και πλέον συνταξιούχος. Σε σχετική ανάρτησή του στο esos, αναφέρει:
Θέλω απλά να συγχαρώ όλες τις συγγραφικές ομάδες και τις αξιολογικές επιτροπές για τον τεράστιο αγώνα που δίνουν να ολοκληρωθεί αυτό το για πολλούς ελπιδοφόρο έργο , έργο όμως που είναι απελπιστικά πρόχειρα σχεδιασμένο. Αυτό άλλωστε αποδεικνύουν οι καθυστερήσεις, οι αναβολές και οι συνεχείς οδηγίες.
Τα δύσκολα όμως είναι μπροστά και κυρίως η διενέργεια των πανελλαδικών εξετάσεων με πολλαπλό βιβλίο, κάτι που πρέπει από τώρα να αποσαφηνιστεί, πριν δηλαδή ολοκληρωθεί η συγγραφή των νέων βιβλίων για τη Β και τη Γ Λυκείου!
Ο ίδιος είχε τοποθετηθεί και στο lisari, στις 7 Νοεμβρίου 2021, δίνοντας από νωρίς τον τόνο της επιφυλακτικότητας.
2) Γεώργιος Κόσυβας: Ένα από τα πιο έμπειρα και σεβαστά στελέχη της ελληνικής εκπαίδευσης. Μεταξύ άλλων έχει διατελέσει:
- Περιφερειακός Διευθυντής Εκπαίδευσης Αττικής,
- Συντονιστής Εκπαίδευσης στο εξωτερικό (Πρεσβεία Λονδίνου),
- Σχολικός Σύμβουλος Μαθηματικών (Α’ ΔΔΕ Αθήνας),
- Πρόεδρος του 33ου Βαθμολογικού Κέντρου Πανελλαδικών Εξετάσεων,
- Εμπειρογνώμων σε επιτροπές Προγραμμάτων Σπουδών του Π.Ι. και Ι.Ε.Π.,
- Αξιολογητής σχολικών εγχειριδίων Μαθηματικών Γυμνασίου (2015).
Σε άρθρο του στο esos, καταθέτει μία στοχαστική και εύστοχα κριτική προσέγγιση για το πολλαπλό βιβλίο:
Η παρέμβαση του Μπάμπη Στεργίου ρίχνει φως σε ένα εγχείρημα, αυτό του πολλαπλού βιβλίου, το οποίο, αν και φέρνει την υπόσχεση ενός εκπαιδευτικού εκσυγχρονισμού, μοιάζει περισσότερο με ένα πλοίο που σαλπάρει χωρίς πυξίδα σε φουρτουνιασμένη θάλασσα. Ο αγώνας των συγγραφικών ομάδων και των αξιολογικών επιτροπών είναι αναμφίβολα τιτάνιος, όμως ο σχεδιασμός φαντάζει απελπιστικά πρόχειρος. Οι αλλεπάλληλες καθυστερήσεις, οι αναβολές και οι συνεχείς οδηγίες δεν αποτελούν απλώς γραφειοκρατικές λεπτομέρειες· είναι τα σημάδια ενός συστήματος που αγκομαχά, αδυνατώντας να πάρει ξεκάθαρες αποφάσεις.Το αγκάθι των πανελλαδικών εξετάσεων αναδύεται ως ο μεγαλύτερος ύφαλος. Είναι αδιανόητο να συζητάμε για πολλαπλό βιβλίο, όταν ακόμη δεν έχει αποσαφηνιστεί πώς θα εξετάζεται η ύλη που αυτό φέρνει. Θα υπάρξει διαφορετικό ΦΕΚ για κάθε βιβλίο, λες και η χώρα μας είναι ένα πάζλ από μικρά κρατίδια με διαφορετικούς κανόνες; Και αν τα βιβλία διαφέρουν σε προσέγγιση και βάθος –πράγμα που είναι αναμενόμενο και ίσως επιθυμητό σε ένα πλουραλιστικό μοντέλο– πώς θα διασφαλιστεί η ισονομία, ώστε ένα παιδί στην ακριτική Ελλάδα να μην μειονεκτεί έναντι ενός άλλου στο κέντρο των Αθηνών; Η προσκόλληση στην οριοθέτηση της ύλης ανά σελίδες, σε μια εποχή που ο κόσμος κινείται με άξονες και ικανότητες, μοιάζει με απόπειρα να χωρέσεις τον ωκεανό σε ένα ποτήρι. Μήπως τελικά, το Υπουργείο, αντί να εμβαθύνει, επιλέγει την εύκολη λύση της ποσοτικής αύξησης;Η ελληνική ιδιαιτερότητα, όπου ο εκπαιδευτικός είναι συχνά ένας απλός "αναμεταδότης" και όχι "σχεδιαστής" της γνώσης, αποτελεί ένα χρονίζον πρόβλημα. Σε αντίθεση με ευρωπαϊκά συστήματα, όπου η διδασκαλία βασίζεται στο αναλυτικό πρόγραμμα, εδώ επιμένουμε να είμαστε προσκολλημένοι στη σελίδα, λες και ο εκπαιδευτικός δεν διαθέτει κρίση ή παιδαγωγική αυτονομία. Το πολλαπλό βιβλίο θα έπρεπε να είναι εργαλείο ενδυνάμωσης, όχι πολλαπλασιασμού της σύγχυσης.Ο κίνδυνος αποτυχίας δεν είναι απλώς μια απαισιόδοξη πρόβλεψη. Η ιστορία, με το φιάσκο της μεταρρύθμισης Αρσένη, όπου το πολλαπλό βιβλίο ακυρώθηκε υπό το βάρος των αντιδράσεων, επαναλαμβάνεται όχι ως φάρσα, αλλά ως τραγωδία για τα χρήματα των Ευρωπαίων πολιτών από το ΕΣΠΑ. Το Υπουργείο μοιάζει να έχει τη μνήμη χρυσόψαρου, αγνοώντας τα μαθήματα του παρελθόντος και θέτοντας σε κίνδυνο την αξιοπιστία του.Και φτάνουμε στο καίριο: η υπόσχεση ότι το πολλαπλό βιβλίο θα φέρει την κριτική σκέψη και θα εξοβελίσει την αποστήθιση. Μια υπόσχεση που, στην πράξη, μοιάζει με φενάκη. Πώς μπορεί να αναπτυχθεί κριτική σκέψη όταν οι πανελλαδικές εξετάσεις επιμένουν να ζητούν αναπαραγωγή ορισμών και θεωρημάτων, ακόμη και στα μαθηματικά; Αυτές οι γνώσεις, που συχνά απομνημονεύονται βιαστικά λίγες μέρες πριν την εξέταση, χωρίς ουσιαστική κατανόηση, ξεχνιούνται γρήγορα, αφήνοντας πίσω τους μια αίσθηση κενού. Η πολιτική ηγεσία, ενώ δημαγωγεί κατά της αποστήθισης, την αναπαράγει μεθοδικά, λες και φοβάται την πραγματική σκέψη. Είναι ίσως πιο βολικό να έχουμε μαθητές-ρομπότ που αναπαράγουν, παρά πολίτες που σκέφτονται κριτικά.Το ζητούμενο δεν είναι απλώς ένα νέο βιβλίο, αλλά ένα νέο πλαίσιο που θα εμπιστευθεί τον εκπαιδευτικό. Ένα πλαίσιο που θα τον αναβαθμίσει από "εκτελεστή" σε "σχεδιαστή" της μάθησης, ικανό να διαμορφώνει συνεκτική, ουσιαστική και οργανωμένη ύλη, και όχι απλώς πολλαπλάσια. Η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης είναι μια δύσκολη διαδικασία, και ίσως γι' αυτό οι λαϊκίστικες πολιτικές την αποφεύγουν, προτιμώντας την ασφάλεια του παλιού και δοκιμασμένου, όσο αναποτελεσματικό κι αν είναι.
3) Μάκης Χατζόπουλος: καθηγητής στο Πρότυπο ΓΕΛ της Βαρβακείου Σχολής και δημιουργός του lisari.blogspot.com, καταθέτει τη δική του οπτική για το πολλαπλό βιβλίο:
Η έννοια του πολλαπλού βιβλίου στην ελληνική εκπαίδευση δεν είναι καινούργια. Επιχειρήθηκε, όπως πολύ σωστά επεσήμανε ο Γεώργιος Κόσυβας, για πρώτη φορά στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης του Γεράσιμου Αρσένη στα τέλη της δεκαετίας του 1990 (για την ακρίβεια 1997 - 1999), αλλά ποτέ δεν εφαρμόστηκε στην πράξη. Παρά την πρόθεση για εκπαιδευτικό εκσυγχρονισμό, το εγχείρημα εγκαταλείφθηκε πρόωρα, αφήνοντας πίσω του ένα σημαντικό δίδαγμα:
Καμία αλλαγή δεν μπορεί να σταθεί αν δεν συνοδεύεται από παιδαγωγική προετοιμασία, επιμόρφωση και θεσμική συνοχή.
Αν διαβάσουμε σωστά την ιστορία, μπορούμε να προλάβουμε κακοτοπιές και να γλιτώσουμε πολύτιμο χρόνο. Πρέπει να αποφύγουμε τις καθυστερήσεις σε μια μεταρρύθμιση που όλοι οι εμπλεκόμενοι στον χώρο της Παιδείας αναγνωρίζουν ότι είναι αναγκαία.
Το 1997–1999, αν και φοιτητής τότε, θυμάμαι ότι η μεταρρύθμιση Αρσένη προέβλεπε μια σειρά από καινοτομίες:
- Αναλυτικά Προγράμματα βασισμένα σε στόχους και δεξιότητες,
- Πολλαπλά σχολικά εγχειρίδια για κάθε μάθημα, εγκεκριμένα από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, ώστε να επιλέγονται από τον εκπαιδευτικό ή το σχολείο,
- Αξιολόγηση με βάση συνθετικές εργασίες και κριτική σκέψη.
Ωστόσο, η μεταρρύθμιση δεν εφαρμόστηκε ποτέ πλήρως και ουσιαστικά ναυάγησε προτού ολοκληρωθεί. Οι βασικοί λόγοι ήταν:
- Έντονη πολιτική και κοινωνική αντίδραση, κυρίως για τις αλλαγές στο σύστημα των Πανελλαδικών Εξετάσεων, που κυριάρχησαν στον δημόσιο διάλογο.
- Έλλειψη ουσιαστικής επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών: Οι διδάσκοντες δεν είχαν προετοιμαστεί να διαχειριστούν την παιδαγωγική ελευθερία και τις νέες μεθοδολογικές απαιτήσεις.
- Προβλήματα στη διανομή και επιλογή των βιβλίων, καθώς η υλικοτεχνική υποδομή και το θεσμικό πλαίσιο δεν ήταν επαρκή.
- Ασάφεια στο εξεταστικό πλαίσιο, καθώς δεν είχε αποσαφηνιστεί πώς θα εξετάζονταν οι μαθητές με βάση διαφορετικά εγχειρίδια — πρόβλημα που, όπως φαίνεται, παραμένει επίκαιρο και σήμερα.
Το Υπουργείο τότε, όπως και τώρα, παραβλέπει τον κρίσιμο παράγοντα κάθε εκπαιδευτικής αλλαγής: τον ίδιο τον εκπαιδευτικό. Αν δεν ενισχυθεί ο ρόλος του ως σχεδιαστή της μάθησης, και όχι απλώς εκτελεστή οδηγιών, καμία μεταρρύθμιση δεν θα έχει ουσία.
Σήμερα, καθώς ετοιμαζόμαστε να περάσουμε ξανά στη φάση του πολλαπλού βιβλίου, οι προκλήσεις μοιάζουν γνώριμες:
❓ Θα διασφαλιστεί η ισονομία στις Πανελλαδικές Εξετάσεις;
❓ Θα υπάρξει ουσιαστική επιμόρφωση για τους διδάσκοντες;
❓ Θα στηριχθεί η παιδαγωγική ελευθερία στην πράξη;
Αν οι απαντήσεις παραμείνουν ασαφείς, τότε κινδυνεύουμε να επαναλάβουμε την ιστορία. Και αυτή τη φορά δεν θα μπορούμε να ισχυριστούμε πως δεν γνωρίζαμε.
Ερωτήματα που παραμένουν ανοιχτά:
- Ποια θα είναι η διαδικασία επιλογής βιβλίου σε κάθε σχολείο;
- Ποιος ακριβώς θα είναι ο ρόλος του εκπαιδευτικού;
- Πώς θα γίνει η προμήθεια και η πρόσβαση στα βιβλία;
- Πόσο προετοιμασμένοι είναι οι εκπαιδευτικοί για να υποδεχθούν το νέο μοντέλο;
📣 Το lisari καλεί όλους τους εκπαιδευτικούς να καταθέσουν τις απόψεις, τους προβληματισμούς και τις προτάσεις τους για τη νέα εποχή του πολλαπλού βιβλίου. Η συζήτηση δεν είναι θεωρητική – είναι παιδαγωγική και πολιτική.
4) Γιώργος Μαυρίδης: διδάσκει τα τελευταία 23 χρόνια στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ανατόλια Θεσσαλονίκης, μαθηματικός με μακρά εμπειρία στη διδασκαλία και τη συγγραφή
Περί πολλαπλού σχολικού βιβλίου - και όχι μόνο
Επειδή πιστεύω βαθιά πως η πραγματικότητα είναι ολιστική, πως τίποτε στον κόσμο δεν υπάρχει από μόνο του, αλλά όλα υπάρχουν σε σχέση με κάτι άλλο, δεν μπορώ να μιλήσω για το πολλαπλό σχολικό βιβλίο αποκόπτοντας το μέρος από το όλον. Δεν νοείται να εξετάζει κανείς ένα εργαλείο της εκπαίδευσης ξεκομμένο από τον άνθρωπο που το χρησιμοποιεί, από το περιβάλλον όπου λειτουργεί, από τις αξίες που το πλαισιώνουν.Το ζήτημα του πολλαπλού σχολικού βιβλίου ακούγεται πολύ τελευταία. Συζητιέται σε αίθουσες, σε πάνελ, σε άρθρα. Όλοι έχουν κάτι να πουν για το εκπαιδευτικό σύστημα, τα προγράμματα σπουδών, τα βιβλία, τους πίνακες, τα τεχνολογικά μέσα. Όμως - ας το πούμε καθαρά - όλα αυτά είναι δευτερεύοντα.Για μένα, η ουσία της εκπαίδευσης βρίσκεται στον δάσκαλο. Όλα τα υπόλοιπα είναι εργαλεία βοηθητικά μεν, αλλά όχι καθοριστικά. Ούτε το σύστημα, ούτε το βιβλίο, ούτε η αίθουσα είναι το ουσιώδες. Σε όλη την ιστορία υπήρξαν δάσκαλοι που ενέπνευσαν μαθητές μέσα σε φτώχεια, χωρίς μέσα, χωρίς «σύγχρονες προσεγγίσεις», αλλά με μεράκι, γνώση και αγάπη.Αλήθεια, πιστεύει κανείς πως, αν ξαφνικά τα σχολεία εξοπλιστούν με ό,τι πιο σύγχρονο, αν οι καθηγητές μπορούν να επιλέγουν ανάμεσα σε εκατό διαφορετικά βιβλία και ο μισθός τους πενταπλασιαστεί, θα μάθουν τα παιδιά περισσότερα γράμματα; Ίσως να βοηθούσε. Όμως, αν δεν σταθούμε δίπλα στον δάσκαλο, τίποτα από όλα αυτά δεν αρκεί.Ο δάσκαλος είναι η ρίζα. Αν δεν του δώσεις κύρος, εμπιστοσύνη και στήριξη, ό,τι κι αν χτίσεις γύρω του θα είναι για το θεαθήναι. Δεν μπορεί να υπάρξει ουσιαστική πρόοδος στην εκπαίδευση όταν η Πολιτεία αντιμετωπίζει τον εκπαιδευτικό ως αναγκαίο κακό ή απλώς ως διεκπεραιωτή, έναν υπάλληλο εκτέλεσης εντολών.Και εδώ έρχεται το ζήτημα της αξιολόγησης. Θέλω να είμαι ξεκάθαρος: είμαι υπέρ της αξιολόγησης. Όταν γίνεται με ειλικρίνεια, ουσία και σεβασμό στον παιδαγωγικό ρόλο του δασκάλου, είναι πολύτιμη. Αν την επιθυμούμε πραγματικά, μπορούμε να τη διαμορφώσουμε σωστά: με διαφάνεια, συλλογικότητα και στόχο τη βελτίωση.Αυτό όμως που γίνεται σήμερα δεν είναι αξιολόγηση. Είναι μια προσχηματική διαδικασία, χωρίς ουσία και χωρίς πραγματικό αντίκρισμα. Μοιάζει να γίνεται κάτι, αλλά στην πραγματικότητα δεν παράγει τίποτα. Είναι μια μορφή θεσμικού αυνανισμού - η Πολιτεία αυτοϊκανοποιείται, ικανοποιεί το θεαθήναι, αλλά αφήνει άθικτο το σχολείο και τον άνθρωπο που παλεύει μέσα σ’ αυτό.Και μέσα σ’ όλα αυτά, έρχεται και η Τράπεζα Θεμάτων, να προστεθεί σαν κερασάκι στην τούρτα. Ένα μέτρο που αφαιρεί την παιδαγωγική ελευθερία, προσβάλλει τον καθηγητή και του λέει κατάμουτρα: «Δεν σε εμπιστεύομαι. Δεν πιστεύω ότι ξέρεις τι είναι σημαντικό για τα παιδιά σου». Αυτό δεν είναι απλώς λάθος. Είναι ανήθικο.Δεν είμαι αντίθετος στις αλλαγές. Δεν αρνούμαι την ανάγκη βελτίωσης του σχολικού βιβλίου, ούτε την τεχνολογική πρόοδο. Όμως, αν δεν κοιτάξουμε κατάματα τον δάσκαλο και δεν τον σεβαστούμε, όλα τα υπόλοιπα είναι απλώς θόρυβος.Αν θέλουμε πραγματική Παιδεία, ας ξεκινήσουμε από τον άνθρωπο που τη μεταδίδει, ας δώσουμε στον δάσκαλο ρόλο πρωταγωνιστή και όχι κομπάρσου.Βέβαια, εστιάζοντας στο θέμα του πολλαπλού σχολικού βιβλίου, οφείλω να πω ότι σε χώρες με μικρό πληθυσμό, όπως η Ελλάδα, το μέτρο αυτό είναι στην πράξη καταδικασμένο να αυτοαναιρεθεί. Τι θα συμβεί, για παράδειγμα, αν μόλις δέκα σχολεία σε όλη τη χώρα επιλέξουν ένα συγκεκριμένο βιβλίο; Αναρωτήθηκε κανείς ποιο θα είναι τότε το κόστος για ένα μόνο από αυτά τα βιβλία;Στις Πανελλαδικές εξετάσεις δεν νομίζω πως θα προκύψει κάποιο σοβαρό πρόβλημα. Η ύλη είναι κοινή και σαφώς ορισμένη. Όμως, από τη φύση του, το σύστημα αυτό είναι καταδικασμένο να καταλήξει σε ένα ή, στην καλύτερη περίπτωση, δύο «κυρίαρχα» βιβλία. Όσα εγκριθούν μεν αλλά δεν καταφέρουν να πιάσουν κρίσιμη μάζα χρήσης, απλώς θα εξαφανιστούν. Θα επιστρέψουμε έτσι, με άλλο όνομα, στην ίδια μονοκαλλιέργεια.Το πιο ανησυχητικό όμως δεν είναι αυτό. Είναι πως παράγεται μια τεράστια ποσότητα άχρηστης κόπωσης, σύγχυσης και σπατάλης - χωρίς πραγματική παραγωγή έργου. Σαν να κινούμαστε, αλλά να μη μετακινούμαστε. Μια φθορά χωρίς αντίκρισμα.
5) Θανάσης Ξένος: Ένας πολυγραφότατος συγγραφέας (96 τίτλους), συμμετοχή σε ημερίδες, συνέδρια κτλ. Αν και δεν συμμετέχει στο πολλαπλό βιβλίο η θέση του είναι θετική. Ας την διαβάσουμε:
Το πολλαπλό βιβλίο έρχεται ως απάντηση στο χρόνιο αίτημα για την ανάγκη θεμελίωσης ενός πλουραλιστικού μοντέλου μάθησης και ταυτόχρονα ενός εκπαιδευτικού συστήματος, που θα στέκεται ως συνοδοιπόρος στον εκσυγχρονισμό του ελληνικού σχολείου.
Η ύπαρξη επιλογών διδακτικής προσέγγισης, εμβάθυνσης και κατανόησης ενισχύουν την κριτική σκέψη εκπαιδευτικών και μαθητών, προσδίδοντας επιπλέον σημαντική βοήθεια στον εκπαιδευτικό, ώστε να προσαρμόσει τη διδασκαλία του σε ένα ζωντανό και συγκεκριμένο αποδεκτή, τους μαθητές του, ανταποκρινόμενος στις ανάγκες του.
Παράλληλα, τονώνεται ο συναγωνισμός μεταξύ των εκδοτικών οίκων για την ανάθεση ποιοτικότερων και καινοτόμων πονημάτων.
Η πρόκληση σχετικά με την εισαγωγή του πολλαπλού βιβλίου αφορά αφενός στην ουσιαστική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, αφετέρου στην επιλογή των θεμάτων των πανελλαδικών εξετάσεων, ώστε αυτά να συμπεριλαμβάνονται σε όλα τα διαθέσιμα εγχειρίδια ή σε κανένα από αυτά.
Τελικά, το πολλαπλό βιβλίο εισέρχεται ως ένα κραταιό αναβαθμιστικό εκπαιδευτικό εργαλείο, αρκεί να διασφαλιστεί έλεγχος, διαφάνεια και ποιοτική εκπαιδευτική επιμόρφωση. Είναι αναγκαίο να πεισθούν εκπαιδευτικοί και μαθητές ότι οι καινοτομίες που εισάγονται μένουν πιστές σε ένα κοινό εκπαιδευτικό όραμα, σεβόμενες τον αγώνα και την αξία της προσωπικότητας κάθε εκπαιδευτικού και κάθε μαθητή ξεχωριστά.